Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις κατά τη περίοδο της μεταξικής διακυβέρνησης

Κωστέτσος, Εμμανουήλ (2021-06)

Thesis

Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις κατά τη περίοδο της μεταξικής διακυβέρνησης (1936-1941), στηρίχθηκαν στις θεμελιώδεις σχέσεις των προηγούμενων ετών. Ερχόμενος στην εξουσία ο Ιωάννης Μεταξάς έθεσε ως στόχο στην εξωτερική του πολιτική την διατήρηση των εγκάρδιων σχέσεων με την Τουρκία υπό τον Κεμάλ Ατατούρκ, που του είχαν αφήσει παρακαταθήκη οι προκάτοχοι του. Αρχικά ως κοινοβουλευτικός πρωθυπουργός, υποστήριξε το αίτημα τις Τουρκίας στη Συνθήκη του Μοντραί, που αφορούσε την στρατικοποίηση των Δαρδανελίων, για να καταδείξει με αυτό το τρόπο πως υποστηρίζει έμπρακτα την διατήρηση των φιλικών σχέσεων με την γείτονα Τουρκία. Λίγο αργότερα, αυτοανακηρύχθηκε ως δικτάτορας ( 4 Αυγούστου 1936) δεν άλλαξε τη στάση του όσον αφορά την ελληνοτουρκική προσέγγιση, αντίθετα έκανε περαιτέρω προσπάθειες για βελτίωση της. Ένθερμος υποστηρικτής της βρετανικής πολιτικής που επεδίωκε το statusquoστον ευρωπαϊκό χώρο, τόσο η Ελλάδα όσο και η Τουρκία ήταν πιστές στη Βαλκανική Αντάντ που είχε δημιουργηθεί το 1934, προκειμένου να διατηρήσουν την εδαφική και πολιτική ακεραιότητα στα Βαλκάνια αλλά και να στείλουν ένα ηχηρό μήνυμα ενότητας σε κράτη που εξέφραζαν αναθεωρητική πολιτική, κυρίως την Βουλγαρία, μέσα σε μία περίοδο απρόβλεπτη για την Ευρώπη που είχε χωριστεί σε αναθεωρητικές δυνάμεις από την μία και από την άλλη χώρες που ακολουθούσαν κατευναστική πολιτική. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά, υπήρξαν στενές επαφές με τον Τούρκο πρόεδρο Κεμάλ Ατατούρκ, με το πιο χαρακτηριστικά παράδειγμα την επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού στην Άγκυρα (Οκτώβριο 1937), όπου είχαν την ευκαιρία με τον Τούρκο πρόεδρο να συζητήσουν θέματα όπως την εξωτερική του πολιτική, για τη Βαλκανική Συνεννόηση, την οχύρωση της άμυνας τους στα κοινά τους σύνορα στη περιοχή της Θράκης αλλά και μειονοτικά εκατέρωθεν ζητήματα. Από τη συνάντηση αυτή προέκυψε το θέμα μία νέα μεταξύ τους συμπληρωματική συνθήκη η οποία υπεγράφη τον Απρίλιο του 1938 και αποτελούσε το απόγειο της ελληνοτουρκικής προσέγγισης καθώς σταδιακά η Άγκυρα παρουσίαζε τυχοδιωκτική πολιτική. Η Τουρκία λοιπόν μαζί με την Γιουγκοσλαβία άρχισαν να πιέζουν την είσοδο της Βουλγαρίας στη Βαλκανική Συνεννόηση, έπειτα και από έντονη παρότρυνση της Αγγλίας η οποία επιθυμούσε ενιαία βαλκανική συμμαχία με την συμμετοχή όλων των κρατών της. Η στάση αυτή έφερε σε δύσκολη θέση την Ελλάδα και την οδήγησε στην απομόνωση της καθώς δεν επιθυμούσε την είσοδο της Βουλγαρίας στο βαλκανικό συνασπισμό η οποία αξίωνε την είσοδο της με την έξοδο της στο Αιγαίο, συνεπώς παραχώρηση ελληνικών εδαφών σε αυτή. Εν τέλει μετά από έντονες πιέσεις η Ελλάδα έδωσε την συναίνεση και στη Θεσσαλονίκη στις 31 Ιουλίου 1938, συμφώνησε η Βουλγαρία με τα κράτητης Βαλκανικής Συνεννόησης που αφορούσε τροποποιήσεις των συνθηκών της Λοζάνης και του Νεϊγύ. Το Νοέμβριο του ίδιου έτος μετά το θάνατο του Κεμάλ Ατατουρκ, η Τουρκία με νέο πρόεδρο τον Ισμέτ Ινονού, άρχιζε να εμφανίζει καιροσκοπική πολιτική και να απομακρύνεται σταδιακά από την Ελλάδα. Δεν δίσταζε μάλιστα να διαπραγματεύεται πότε με τις δυνάμεις του Άξονα και πότε με τις συμμαχικές Δυνάμεις και έπειτα από την άρνηση της Γερμανία να προβεί σε συμφωνία με την Τουρκία, η τελευταία υπέγραψε αμυντικό σύμφωνο με την Αγγλία και την Γαλλία. Τέλος στις αρχές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Τουρκία εξακολουθούσε να έχει καιροσκοπική πολιτική αρνούμενοι να τηρήσει τις δεσμεύεις της και να συνδράμει πολεμικά είτε την Γαλλία είτε την Ελλάδα μετά την γερμανική επίθεση και την ιταλική εισβολή αντίστοιχα.Επίσης διαπραγματεύονταν και με τις δύο δυνάμεις την είσοδο της στο πόλεμο με την εξασφάλιση βαλκανικών εδαφών αλλά και τα Δωδεκάνησα.

Collections: