Η αποτελεσματικότητα της Δημόσιας Διοίκησης στην Κύπρο, η περίπτωση του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας της Κύπρου.

Ιωακείμ, Γεώργιος (2020)

Thesis

Η δημόσια διοίκηση κάθε χώρας συνδέεται άρρηκτα με την φροντίδα και την διαχείριση κρατικών υποθέσεων. Ουσιαστικά είναι προσανατολισμένη στην εξυπηρέτηση των αναγκών και συμφερόντων του κοινωνικού συνόλου όπως αυτά καθορίζονται από την έννομη τάξη. Μέσα από την δημόσια διοίκηση οι εκάστοτε κυβερνήσεις εφαρμόζουν τις πολιτικές και υλοποιούν τις αποφάσεις τους. Για το λόγο τούτο η καλλιέργεια μιας νέας πολιτικής κουλτούρας και μιας νέας ηθικής στη δημόσια διοίκηση αποτελεί βασική αναγκαιότητα προκειμένου να βελτιωθεί η διοίκηση και να αποκατασταθεί η διαφάνεια και η εξωστρέφεια στον Δημόσιο Τομέα. Παράλληλα θα πρέπει οι αρχές της νομιμότητας, της ισότητας και της αξιοκρατίας που χαρακτηρίζουν το σύγχρονο κράτος δικαίου, να γίνουν καθημερινό βίωμα κάθε πολίτη. Στόχος της Δημόσιας Διοίκησης της Κύπρου πρέπει να είναι η δημιουργία εμπιστοσύνης μεταξύ του δημόσιου οργανισμού και του πολίτη. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την αποτελεσματική εξυπηρέτηση του πολίτη η οποία να περιλαμβάνει τα ακόλουθα στάδια (Yescombe, 2007) :  Χτίσιμο σχέσεων μέσα από τη χρήση ευγενικών τρόπων στην αντιπροσώπευση του δημοσίου  Επιτυχημένη ολοκλήρωση συναλλαγών  Επαρκής παροχή πληροφοριών  Εκπλήρωση αναγκών των πολιτών  Εκπλήρωση άλλων αιτημάτων των πολιτών Η ικανοποίηση των πολιτών σχετίζονται με τις μελλοντικές υποκειμενικές συμπεριφορές και απόψεις που περιλαμβάνουν μια μεγάλη ποικιλία πραγμάτων. Οι προσδοκίες των πολιτών για τις δημόσιες υπηρεσίες διαδραματίζουν επιτακτικό ρόλο στην κρίση ικανοποίησης και στην πολιτική τους φωνή που περιλαμβάνει τη συμπεριφορά ψήφου. Σύμφωνα με τον Τζέιμς, οι προσδοκίες είναι οι «κρίσεις για το τι πιστεύουν είτε θα συμβούν είτε θα πρέπει να συμβούν άτομα ή ομάδες υπό συγκεκριμένες συνθήκες». Οι προσδοκίες μπορούν να κατηγοριοποιηθούν με δύο τρόπους: 1) θετική προσδοκία και 2) κανονιστικές προσδοκίες. Οι θετικές προσδοκίες ορίζονται ως η άποψη του πολίτη για το ποια θα είναι η απόδοση μιας υπηρεσίας, ενώ οι κανονιστικές προσδοκίες είναι η υπόθεση του πολίτη σχετικά με την απόδοση των υπηρεσιών. Έτσι, οι κανονιστικές προσδοκίες ορίζουν ότι οι πολίτες έχουν παρατήρηση σχετικά με το τι είναι ρεαλιστικό και επιθυμητό. Οι θετικές προσδοκίες δεν φέρνουν πάντα εκείνα τα αποτελέσματα που το άτομο θεωρεί επιθυμητά, όπως επίσης και οι κανονιστικές προσδοκίες που δεν οδηγούν σε εκείνα τα αποτελέσματα που οι πολίτες θεωρούν ότι είναι σημαντικά. Και οι δύο προσδοκίες έχουν τη δική τους επιρροή για να περιγράψουν την κρίση ικανοποίησης με τις δημόσιες υπηρεσίες. Πρόσφατα οι ακαδημαϊκοί έχουν εξετάσει τον αντίκτυπο της θετικής προσδοκίας στην ικανοποίηση με τις δημόσιες υπηρεσίες Το ζητούμενο είναι αν η ποιότητα της εξυπηρέτησης και κατ’ επέκταση η χρήση της εξουσίας εξαρτάται από την κουλτούρα των υπαλλήλων ή μόνο από την οργάνωση της υπηρεσίας (JudgeandKlinger, 2008). Η αποτελεσματικότητα της Δημόσιας Διοίκησης της Κύπρου, καθορίζεται σε σημαντικό βαθμό από τις δυνατότητες και τη λειτουργία του συστήματος διοίκησης. Συνεπώς οι παράγοντες που συντελούν στην επίτευξη των οποίων στόχων του συστήματος παρουσιάζονται μειωμένοι. (Kontodimopoulos et al., 2009). «Το παρόν σύστημα διοίκησης των δημόσιων υπηρεσιών δεν παρέχει ενίοτε δυνατότητα άσκησης διοίκησης. Οι υφιστάμενοι περιορισμοί προκύπτουν κυρίως από το νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία των υπηρεσιών του δημόσιου τομέα. Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί η διαχείριση του προσωπικού. Οι Διοικήσεις των δημοσίων φορέων έχουν περιορισμένες δυνατότητες διαχείρισης θεμάτων που αφορούν στο ανθρώπινο δυναμικό το οποίο καλούνται να διοικήσουν, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα την αδυναμία προγραμματισμού και ορισμένες φορές, ακόμη και την απαξίωση της διοίκησης» (Ασημακοπούλου, 2008). Πέραν των αναφερθέντων προβλημάτων, τα οποία σχετίζονται με το υφιστάμενο νομικιστικό και κανονιστικό πλαίσιο, το σημερινό σύστημα διοίκησης της Κύπρου, εμφανίζει και αδυναμίες στην εφαρμογή των σύγχρονων μεθόδων και εργαλείων διοίκησης, τα οποία διασφαλίζουν την αποδοτική και αποτελεσματική λειτουργία του (Alleyne and Jumaa, 2007). «Η έλλειψη σε ορισμένους τομείς τακτικού και μεθοδευμένου στρατηγικού και επιχειρησιακού σχεδιασμού αποτελεί χαρακτηριστική αδυναμία του υφιστάμενου συστήματος διοίκησης στην Κύπρο, καθώς δεν επιτρέπει τον καθορισμό συγκεκριμένων στόχων, τον προγραμματισμό των εργασιών και την ορθή κατανομή των διαθέσιμων πόρων, καθώς και την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων του φορέα. Ο συνδυασμός των παραπάνω με την έλλειψη αξιόπιστων συστημάτων μέτρησης απόδοσης, επηρεάζει σημαντικά τη δυνατότητα του συστήματος διοίκησης των δημόσιων φορέων στη λήψη αποφάσεων και την πραγματοποίηση διορθωτικών ενεργειών για τη βελτίωση της αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας της λειτουργίας τους» (Καζάκος, 2011). Επιπρόσθετα, η σημερινή λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης της Κύπρου, είναι σημαντικά επιβαρυμένη από ένα δαιδαλώδες νομικίστικο και κανονιστικό πλαίσιο λειτουργίας, το οποίο καθορίζει, σε αρκετές περιπτώσεις, τόσο τον γραφειοκρατικό χαρακτήρα της όσο και την αδυναμία προσαρμογής της σε αλλαγές. Η ύπαρξη μεγάλων σε αριθμό λεπτομερειακών κανονιστικών και νομικίστικων λειτουργιών αφενός δυσχεραίνει τη παρακολούθηση και εφαρμογή τους και αφετέρου δημιουργεί ένα πλαίσιο λειτουργίας προσανατολισμένο στους κανόνες και όχι στα αποτελέσματα. Με άλλα λόγια, το υφιστάμενο νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο είναι σε σημαντικό βαθμό υπεύθυνο και για τη διοικητική κουλτούρα που διέπει τη σημερινή λειτουργία του δημόσιου τομέα της Κύπρου (Πιπερόπουλος, 2006). Η μη ενημερωμένη σε ορισμένες περιπτώσεις κωδικοποίηση της ισχύουσας νομοθεσίας αποτελεί τροχοπέδη στις όποιες ενέργειες βελτίωσης της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας της Δημόσιας Διοίκησης καθώς απαιτείται σημαντική προσπάθεια για την καταγραφή της αλλά και για την εκτίμηση των πιθανών επιπτώσεων από την μεταβολή ή κατάργηση μέρους της. Το γεγονός αυτό δυσχεραίνει την εφαρμογή ριζικών μεταβολών και την εισαγωγή καινοτομιών στο τρόπο λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης στο σύνολό της (Batley, 2004). Υπό το πρίσμα τούτο, η προτεινόμενη διατριβή έχει ως στόχο να παρουσιάσει αρχές μιας αποτελεσματικής διοίκησης που είναι παγκοσμίως αποδεκτές. Επίσης στοχεύει στην εξέταση της Δημόσιας Υπηρεσίας και Διοίκησης στην Κύπρο με αναφορές: Στην δομή και λειτουργία της  Στις αδυναμίες και την αποτελεσματικότητα της  Στην συνεργασία της με το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Δημόσιας Διοίκησης  Σε καινοτομίες που αναπτύχθηκαν στο χώρο της  Σε εισηγήσεις για την βελτίωση της. Επιπλέον αποσκοπεί να εξετάσει τη διοικητική δομή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, τη λειτουργία του καθώς και την διαχείριση ζητημάτων των ανθρωπίνων πόρων του. Παράλληλα εκθέτει τη σχέση του Κτηματολογίου με τις τεχνολογικές μεθόδους της εποχής. (Battilana et al., 2010). Το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας της Κύπρου είναι η Αρμόδια Κυβερνητική Υπηρεσία η οποία ασχολείται γενικότερα με τις εργασίες που αφορούν στη διαχείριση της ακίνητης περιουσίας. Αναλυτικότερα, η υπηρεσία άπτεται των θεμάτων σχετικά με τα δικαιώματα της ακίνητης ιδιοκτησίας, τη χωρομέτρηση, τη χαρτογράφηση, την εγγραφή- μεταβίβαση και υποθήκευση ακινήτων, τη διακατοχή της γης, την εκτίμηση ακίνητης ιδιοκτησίας καθώς και τη διαχείριση της κρατικής γης (Bellou, 2007). Η οργανωτική δομή και η σύνθεση του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας αποτελεί κεντρικό άξονα μελέτης και ανάλυσης στην παρούσα διατριβή. Πιο συγκεκριμένα, ο Κλάδος Διοίκησης συντονίζει τα διοικητικά θέματα του Τμήματος, καθώς και όλων των Επαρχιακών Κτηματολογικών Γραφείων. Οι κύριες αρμοδιότητές του είναι η προαγωγή της συνεργασίας των κλάδων ώστε να επιτευχθεί η εύρυθμη λειτουργία του Τμήματος, η αρωγή σε διοικητικά, οργανωτικά, συντονιστικά και ελεγκτικά θέματα καθώς και η πλήρης μηχανογράφηση και ενημέρωση των κτηματολογικών και χωρομετρικών στοιχείων (Asiedu and Folmer, 2007). Ιδιαίτερα σημαντικός κλάδος του Τμήματος είναι ο Κλάδος Διαχείρισης Κρατικών Γαιών, όπου διαχειρίζεται την ακίνητη ιδιοκτησία του κράτους επιδιώκοντας την καλύτερη απόδοσή του σύμφωνα με το δημόσιο συμφέρον. Εξετάζει, δηλαδή, παραχωρήσεις ή εκμισθώσεις κρατικής γης, διαχειρίζεται την εκκλησιαστική ιδιοκτησία που παραχωρήθηκε στο κράτος, συμβουλεύει την Κυβέρνηση σε θέματα διάθεσης και απόκτησης ακίνητης ιδιοκτησίας. Γενικότερα οι Λειτουργοί του Κλάδου αυτού φροντίζουν ώστε να προωθούνται και εφαρμόζονται κυβερνητικά σχέδια και έργα για θέματα νομοθεσίας, πολιτικής και στέγασης (Calogero, 2010). Εξίσου σημαντικοί είναι και άλλοι κλάδοι που συνθέτουν το Τμήμα Κτηματολογίου. Ο Κλάδος Χωρομετρίας αναλαμβάνει τις χωρομετρικές εργασίες και ο Κλάδος Χαρτογραφίας μέσω των σύγχρονων τεχνολογικών μεθόδων, ετοιμάζει τοπογραφικούς και κτηματικούς χάρτες. Ο Κλάδος Γεωδαισίας και Ειδικών Χωρομετρήσεων και Χαρτογραφήσεων, έχει την ευθύνη για παρακολούθηση, συντήρηση και επέκταση του Γεωδαιτικού Δικτύου της Κύπρου. Παράλληλα ο Κλάδος Υποστήριξης και Διαχείρισης Συστημάτων Πληροφοριών Γης διαχειρίζεται το Σύστημα Πληροφοριών Γης στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας έχοντας υπό την ευθύνη του τις εφαρμογές των αυτοματοποιημένων συστημάτων, τη λειτουργία του Κεντρικού Γραφείου Βοηθείας και Λειτουργικής Υποστήριξης κ.ά. (Chatzoglou et al., 2012) Η παρούσα διατριβή, πραγματεύεται το ζήτημα της αποτελεσματικότητας της Δημόσιας Διοίκησης στην Κύπρο. Ειδικότερα, εξετάζει την περίπτωση του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας της Κύπρου. Τα κύρια ερευνητικά ερωτήματα της διατριβής είναι τα κάτωθι: 1. Στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας της Κύπρου, ασκείται αποτελεσματικά η δημόσια διοίκηση ή υπό πλήρες καθεστώς νομιμότητας; 2. Ποιες ενέργειες πρέπει να λάβουν χώρα προκειμένου να υπάρξει βελτίωση της υπάρχουσας διοίκησης στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας της Κύπρου σε νομοθετικό, διοικητικό πλαίσιο και τρέχουσας πρακτικής; Από την παρούσα έρευνά μας προκύπτει, ότι η αποτελεσματικότητα του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας της Κύπρου, καθορίζεται σε σημαντικό βαθμό από τις δυνατότητες και τη λειτουργία του συστήματος διοίκησης της και ειδικότερα από την άρτια εφαρμογή του Συστήματος Πληροφοριών Γης του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας της Κύπρου. Το υφιστάμενο σύστημα διοίκησης των δημόσιων υπηρεσιών δεν παρέχει πραγματική δυνατότητα άσκησης διοίκησης. Παρά το γεγονός ότι το Γεωγραφικό Σύστημα Γης του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας της Κύπρου δουλεύει άρτια, εν τούτοις χρειάζεται αλλαγή στην νοοτροπία της διοίκησης του οργανισμού στην κατεύθυνση της NPM. Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί η διαχείριση του προσωπικού. Όπως έχει ήδη αναφερθεί, οι Διοικήσεις των δημοσίων φορέων έχουν περιορισμένες δυνατότητες διαχείρισης θεμάτων που αφορούν στο ανθρώπινο δυναμικό το οποίο καλούνται να διοικήσουν, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα την αδυναμία προγραμματισμού. Σε αυτή την κατηγορία υπάγεται και το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας της Κύπρου. Το θέμα της συγκεκριμένης ερευνητικής πρότασης εμπεριέχει το στοιχείο της πρωτοτυπίας στην επιστημονική μελέτη αφού αποσκοπεί στην εύρεση, στη μελέτη και στην αξιολόγηση της διοικητικής δομής του τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας του Υπουργείου Εσωτερικών της Κύπρου σε συνάρτηση με την αποτελεσματικότερη διαχείριση των ανθρώπινων πόρων, ακολουθώντας τον εκσυγχρονισμό της Δημόσιας Υπηρεσίας της Κύπρου που προβλέπεται σήμερα. Η σημαντικότητα της παρούσας ερευνητικής πρότασης έγκειται στο γεγονός της διττής ερευνητικής διαδικασίας μέσω της κριτικής αξιολόγησης, τόσο σε θεωρητικό επίπεδο όσο και σε πρακτικό, λαμβάνοντας υπόψη τις τρέχουσες πρακτικές που χρησιμοποιούνται στις διοικητικές υπηρεσίες του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας της Κύπρου. Η συγκεκριμένη έρευνα ευελπιστεί να προτείνει περαιτέρω καλές πρακτικές ως προς την ορθότερη αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού στο εν λόγω διοικητικό τμήμα με απώτερο σκοπό την αποτελεσματικότερη λειτουργία του.