Nudge: what is in a word?: a critical appraisal
English abstract._ _ Fifteen years after the introduction of Nudge Theory in behavioral economics, a centrist political and philosophical doctrine, which is developed in Richard Thaler and Cass Sunstein’s eponymous book Nudge (2008), existing scholarship still seems to be divided on its philosophical, epistemological, and political underpinnings and its pragmatism towards public policymaking. Nudge Theory is based on the oxymoronic political philosophy concept of libertarian paternalism, which seeks to reconcile two diametrically opposed political traditions. On the one hand, libertarians or neoliberals (from both left and right) prioritize individual freedom and rebuff the paternalistic component of the theory, which justifies state interference in people’s affairs without their consent while on the other hand, paternalists or social democrats from the state left justify paternalistic policies which modify the behavior of individuals and restrict citizens’ choices for their own good. The aim of this dissertation is to bridge this gap by summarizing and integrating current understandings of ‘Nudge’ (or behavioral) economics towards a theory synthesis. More specifically, it aims at a) critically appraising Nudge Theory; and b) defining its merit, that is to say whether and to what extent public nudge policies can benefit citizens, policymakers and society as a whole. Our findings show that Nudge Theory is an innovative, practical and useful theory, which could help governments fulfill their policy ambitions as it links the state’s view of the public interest with assumed personal interests. Nudges seem to be a widespread, cost-effective, successful policy tool, which is tested and implemented by government agencies, along with conventional policy instruments as citizens are subtly incentivized to conform their behavior with politically defined norms and public policy goals. However, nudge interventions should be applied with extreme caution. According to our findings, nudge theory is semantically relaxed, methodologically and epistemologically opaque, with ill-defined concepts and non-transparent causal mechanisms. The policy effectiveness of nudges is highly uncertain and volatile as there is inconsistent empirical support for the theory’s assumptions. Finally, nudges are not always transparent, conscious, and self-reflective, which may undermine individual autonomy and liberty.
Thesis
Δεκαπέντε χρόνια μετά από την εισαγωγή στα συμπεριφορικά οικονομικά της Θεωρίας της Ώθησης, μιας κεντρώας πολιτικής και φιλοσοφικής θεωρίας, που περιγράφεται στο ομώνυμο βιβλίο Nudge των Richard Thaler και Cass Sunstein, που κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 2008, πέντε μήνες πριν από την κατάρρευση της Lehman Brothers, η ακαδημαϊκή έρευνα φαίνεται να παραμένει ακόμη διχασμένη όσον αφορά στο φιλοσοφικό, επιστημολογικό και πολιτικό υπόβαθρό της και τον πραγματισμό της (πρακτική στάση) απέναντι στη χάραξη δημοσίων πολιτικών. Η Θεωρία της Ώθησης βασίζεται στην οξύμωρη πολιτικό-φιλοσοφική έννοια του φιλελεύθερου πατερναλισμού, που επιχειρεί να συμφιλιώσει δύο διαμετρικά αντίθετες πολιτικές παραδόσεις. Από τη μια πλευρά, οι νεοφιλελεύθεροι (από την αριστερά και από τη δεξιά) δίνουν προτεραιότητα στην ατομική ελευθερία και απορρίπτουν την πατερναλιστική συνιστώσα της θεωρίας που δικαιολογεί την κρατική παρέμβαση στις ιδιωτικές υποθέσεις χωρίς τη συγκατάθεση των ατόμων ενώ από την άλλη πλευρά, οι πατερναλιστές ή σοσιαλδημοκράτες από την αριστερά δικαιολογούν τις πατερναλιστικές πολιτικές που μεταβάλλουν τη συμπεριφορά των ατόμων και περιορίζουν τις επιλογές των πολιτών για το δικό τους καλό. Ο σκοπός της παρούσας διατριβής είναι να γεφυρώσει αυτό το χάσμα, ανακεφαλαιώνοντας και ενσωματώνοντας τις τρέχουσες ερμηνείες των συμπεριφορικών οικονομικών ή οικονομικών της ώθησης προς μια θεωρητική σύνθεση. Ειδικότερα, στόχος είναι: α) να γίνει μια κριτική αξιολόγηση της Θεωρίας της Ώθησης, και β) να προσδιοριστεί η εγγενής αξία της, δηλαδή εάν και σε ποιο βαθμό οι δημόσιες πολιτικές ώθησης μπορούν να ωφελήσουν τους πολίτες, τους χαράσσοντες δημόσιες πολιτικές και την κοινωνία γενικά. Τα ευρήματά μας καταδεικνύουν ότι η Θεωρία της Ώθησης αποτελεί μια καινοτόμο, πρακτική και χρήσιμη θεωρία, που θα μπορούσε να βοηθήσει τα κράτη να εκπληρώσουν τους στόχους πολιτικής τους καθώς διασυνδέει την άποψη του κράτους για το δημόσιο συμφέρον με τα εικαζόμενα προσωπικά συμφέροντα. Οι ωθήσεις φαίνονται να αποτελούν ένα διαδεδομένο, οικονομικά αποδοτικό, επιτυχημένο εργαλείο πολιτικής, το οποίο δοκιμάζεται και εφαρμόζεται από κρατικούς φορείς σε συνδυασμό με τα παραδοσιακά εργαλεία πολιτικής καθώς οι πολίτες παρακινούνται διακριτικά να προσαρμόσουν τη συμπεριφορά τους σε πολιτικά προκαθορισμένες νόρμες. Ωστόσο, οι ωθήσεις πρέπει να εφαρμόζονται με εξαιρετική προσοχή. Σύμφωνα με τα ευρήματά μας, η Θεωρία της Ώθησης είναι σημασιολογικά χαλαρή, μεθοδολογικά και επιστημολογικά αδιαφανής, με ασαφείς έννοιες και μη διαφανείς αιτιώδεις μηχανισμούς. Η πρακτική αποτελεσματικότητα των ωθήσεων είναι ιδιαίτερα αβέβαιη και ευμετάβλητη καθώς υπάρχει αντιφατική εμπειρική υποστήριξη των υποθέσεων της θεωρίας. Τέλος, οι ωθήσεις δεν είναι πάντα διαφανείς, συνειδητές και αυτό-στοχαστικές, γεγονός που ενδεχομένως να υπονομεύει την ατομική αυτονομία και ελευθερία.