Οι πολύπλευρες διαστάσεις της ρωσο-ουκρανικής σύρραξης από τη σκοπιά της Στρατηγικής, των Διεθνών Σχέσεων και του Διεθνούς Δικαίου.

Βαρβάρας, Παναγιώτης (2025)

Thesis

Σκοπός της παρούσας Διπλωματικής Εργασίας συνιστά η πολυδιάστατη, ενδελεχής και αντικειμενική παρουσίαση της πρωτόγνωρης-για την ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφαλείας μετά το πέρας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου- ρωσικής εισβολής εντός των διεθνών αναγνωρισμένων ουκρανικών εδαφών. Μιας επί της ουσίας καθολικά αναγνωρισμένης από το Διεθνές Ποινικό Δίκαιο εισβολής και εγκλήματος επίθεσης κατά ανεξάρτητου κράτους, η οποία έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις βασικές και θεμελιώδεις αρχές του Καταστατικού Χάρτη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Η ανάλυση όλων των επιμέρους πτυχών, που περιλαμβάνει η συγκεκριμένη εισβολή και η συνεπακόλουθη παράνομη κατοχή τμήματος των ουκρανικών εδαφών, είναι σε γενικές γραμμές εκλεκτική, καθόσον λαμβάνει υπόψιν της τρεις βαρύνουσας σημασίας επιστημονικούς κλάδους και ειδικότερα τη Στρατηγική, τις Διεθνείς Σχέσεις και το Διεθνές Δίκαιο. Στο πρώτο μέρος της εργασίας, γίνεται εκτενής ανάλυση των βασικών εννοιών της στρατηγικής σκέψης που εφαρμόζονται από τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές στη μάχη, καθώς και των βασικών στόχων της στρατηγικής σκέψης της εκάστοτε παράταξης. Στο δεύτερο μέρος, επιχειρείται η μελέτη της ρωσικής εισβολής από τη σκοπιά των Διεθνών Σχέσεων, δίνοντας παράλληλα την πρέπουσα έμφαση στην οπτική και την προσέγγιση με την οποία αξιολογούν την υπάρχουσα γεωπολιτική και πολεμική κατάσταση οι υποστηρικτές των δύο βασικών σχολών σκέψης των Διεθνών Σχέσεων(ρεαλισμού-φιλελευθερισμού), με σαφή, παράλληλα, αναφορά από μέρους μας και στις θέσεις, ακόμη, που προτάσσει η κλασική γεωπολιτική σκέψη, καθώς επίσης και ο Μαρξισμός, δίχως παράλειψη των σύγχρονων μεταθετικιστικών προσεγγίσεων. Τέλος, στο τρίτο μέρος, η εργασία θα προβεί σε μια κριτική προσέγγιση των νομικών πτυχών που συνοδεύουν την παράνομη αναγνώριση του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ από τη Ρωσία και της εισβολής της, της πλήρους αντίθεσης της με το σύνολο των αναγνωρισμένων κανόνων που διέπουν το σύγχρονο Διεθνές Δίκαιο, καθώς επίσης και στη μελέτη της ρωσικής προσπάθειας για αναζήτηση νομικών ερεισμάτων που να δικαιολογούν αυτού του είδους και μεγέθους εισβολή. Η μεθοδολογία που ακολουθείται βασίζεται ως επί το πλείστον σε έναν συγκερασμό ανάμεσα σε πρωτογενείς και δευτερογενείς πηγές, ώστε να καλυφθεί πλήρως και σε εύρος όλη η διαθέσιμη ελληνική και ξενόγλωσση βιβλιογραφία επί του θέματος, χωρίς, βεβαίως, να παραλείπεται και η άντληση των απαιτούμενων πηγών για τη σύνθεση της εν λόγω εργασίας από έγκριτα επιστημονικά άρθρα σε ιστοσελίδες, περιοδικά, καθώς και από διαθέσιμα working papers γνωστών συγγραφέων . Αναφορικά με τα ζητήματα που καλείται να διερευνήσει και να αναδείξει η συγκεκριμένη εργασία, αυτά κινούνται σε, κατεξοχήν, τρεις άξονες: Πώς αναπτύσσουν τη στρατηγική τους οι δύο πλευρές, ποιους κινδύνους ελλοχεύει η εκτέλεση της, πώς αξιολογείται η μέχρι στιγμής εφαρμογή της, πώς αντιμετωπίζουν και κυρίως πώς αντιλαμβάνονται οι θεωρητικοί μελετητές των Διεθνών Σχέσεων τη ρωσική εισβολή και καταληκτικά πώς ακριβώς στερείται η συγκεκριμένη στρατιωτική εισβολή και προσάρτηση των τεσσάρων ανατολικών περιοχών(με έμφαση σε Ντονέτσκ και Λουχάνσκ αντίστοιχα) νομιμότητας και νομικού υπόβαθρου. Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει η εργασία αποτελεί, εν ολίγοις, πως η εν λόγω πολεμική αντιπαράθεση θα συνεχιστεί με διακυμάνσεις για το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, δίχως να διαφαίνεται στον ορίζοντα η οριστική λήξη του πολέμου, με τις ανάλογες απώλειες σε στρατιώτες, πολεμικό υλικό και άμαχο πληθυσμό να αυξάνονται συνεχώς και για τις δύο πλευρές. Ωστόσο, η εξωτερική πίεση από τη διεθνή κοινότητα προς τις δύο πλευρές ώστε να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για την επίτευξη μιας συνολικής, βιώσιμης και αμοιβαίας επωφελούς ειρήνης εντατικοποιούνται μέρα με τη μέρα με γοργούς ρυθμούς.