Οι ελληνογιουγκοσλαβικές σχέσεις σε κρίσιμη καμπή: η επίσημη επίσκεψη του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου στο Βελιγράδι (Φεβρουάριος 1965)
Article
Οι στενές ελληνογιουγκοσλαβικές σχέσεις που είχαν αναπτυχθεί τη δεκαετία του 1950 κλονίσθηκαν στις αρχές της αμέσως επόμενης δεκαετίας ως αποτέλεσμα της προσπάθειας της κυβέρνησης του Βελιγραδίου να ανακινήσει το Μακεδονικό ζήτημα, μέσω δημόσιων αναφορών από επίσημα χείλη στην ύπαρξη «μακεδονικής μειονότητας» στην Ελλάδα. Η κρίση κορυφώθηκε το Μάρτιο του 1962, όταν η ελληνική κυβέρνηση, αντιδρώντας στη διογκούμενη προπαγάνδα, ανέστειλε μονομερώς την εφαρμογή της ελληνογιουγκοσλαβικής Συμφωνίας της 18ης Ιουνίου 1959 για την παραμεθόρια επικοινωνία, απαγορεύοντας έτσι την ελεύθερη μετάβαση των κατοίκων της περιοχής της Φλώρινας προς το γιουγκοσλαβικό έδαφος, όχι όμως και τη διακίνηση των Γιουγκοσλάβων υπηκόων προς την ελληνική επικράτεια. Επιχειρώντας να αποκλιμακώσουν την ένταση, οι υπουργοί Εξωτερικών της Ελλάδας και της Γιουγκοσλαβίας, Ευάγγελος Αβέρωφ-Τοσίτσας και Κότσα Πόποβιτς αντίστοιχα, κατέληξαν το Δεκέμβριο του 1962 στη συνομολόγηση μίας «Συμφωνίας κυρίων», βάσει της οποίας οι δύο γειτονικές χώρες δεσμεύονταν να μην ανακινούν θέματα που κινδύνευαν να διαταράξουν τις μεταξύ τους σχέσεις, υπονοώντας ασφαλώς –μολονότι δεν αναφέρονταν ρητά σε αυτό– το Μακεδονικό. Έκτοτε οι σχέσεις Αθήνας και Βελιγραδίου εμφάνισαν μεν σημάδια βελτίωσης, χαρακτηριστικό παράδειγμα των οποίων υπήρξε η υπογραφή στα τέλη του 1963 εμπορικής Συμφωνίας ανταλλαγής προϊόντων ύψους 20 εκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ από κάθε πλευρά, δεν απέκτησαν, ωστόσο, την εγκαρδιότητα που τις χαρακτήριζε στο παρελθόν.
- Articles360