dc.description.abstract | Η παρούσα διπλωματική εργασία έχει στόχο να ερευνήσει τη συνεργασία του Οικονομικού Τμήματος και της Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού με σκοπό τη συμβολή τους στη στρατηγική της επιχείρησης. Για την έρευνα συλλέχθηκαν δευτερογενή και πρωτογενή στοιχεία. Η πρωτογενής έρευνα αφορά στοιχεία από μια πολυεθνική δικηγορική επιχείρηση παροχής υπηρεσιών που συλλέχθηκαν από ερωτηματολόγια μέσω συνεντεύξεων. Οι συνεντεύξεις έγιναν ανάμεσα σε 4 χώρες (3 παραρτήματα και τα κεντρικά γραφεία της επιχείρησης). Μέλη της έρευνας αποτέλεσαν οι υπεύθυνοι των εξεταζόμενων τμημάτων για τη κάθε χώρα. Στην έρευνα υπάρχει ο περιορισμός πως δεν ήταν δυνατή η συνέντευξη των Διευθυντών του Ομίλου των Τμημάτων. Επίσης τα ευρήματα περιορίζονται στη συγκεκριμένη πολυεθνική δικηγορική επιχείρηση. Για την έρευνα πραγματοποιήθηκε η ανάλυση δεδομένων με την ‘matching pattern analysis’ και τη θεματική κωδικοποίηση. Τα δευτερογενή στοιχεία έδειξαν πως η στρατηγική σε μια επιχείρηση για να τεθεί δεν είναι μια απλή διαδικασία. Χρειάζεται στρατηγικό σχεδιασμό από την ομάδα των στρατηγικών στοχαστών (Baloch & Inam, 2009). Το οικονομικό τμήμα συμβάλλει στη στρατηγική της επιχείρησης μέσω των αρμοδιοτήτων του προϋπολογισμού (McLaney & Atrill, 2020), των ταμειακών διαθέσιμων (Morar, 2015), των επενδύσεων (McLaney & Atrill, 2020) και της ROI (Phillips & Phillips 2006). Το τμήμα Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού συμβάλει στη στρατηγική μέσω των αρμοδιοτήτων της ευημερίας των υπαλλήλων (Khoreva & Wechtler, 2018), τα σωστά άτομα στη σωστή θέση (Bechet, 2002), την εκπαίδευση (Putti 2015) και την οργανωσιακή κουλτούρα (Krupskyi & Kuzmytska, 2020). Η πρωτογενής έρευνα έδειξε πως για τη συγκεκριμένη πολυεθνική επιχείρηση το Οικονομικό Τμήμα έχει τις ίδιες στρατηγικές αρμοδιότητες που βρέθηκαν από τα δευτερογενή στοιχεία (Α2, Β2, Γ2, Δ2). Σε αντίθεση η πρωτογενής έρευνα για τη Διαχείριση Ανθρώπινου Δυναμικού συμφώνησε με τα στοιχεία της δευτερογενής έρευνας (Α1, Β1, Γ1, Δ1), και πρόσθεσε στις στρατηγικές αρμοδιότητες τον Προϋπολογισμό (Α1, Β1, Γ1). Από αυτό το στοιχείο συμπεραίνουμε πως υπάρχει συνεργασία των τμημάτων καθώς είναι κοινό και για τα 2 τμήματα. Έπειτα παρουσιάζεται η δευτερογενής και πρωτογενής έρευνα σε σχέση με τη συνεργασία. Η δευτερογενής έρευνα μας δίνει τα στοιχεία της επικοινωνίας (Jacks, 2018), της εμπιστοσύνης (Mach et al, 2010), την ανταλλαγή πληροφοριών (Gong et al, 2013) και της δέσμευσης (Mitchell et al, 2019). Η πρωτογενής έρευνα συμφωνεί με τη δευτερογενής, και προσθέτει τα ηλεκτρονικά προγράμματα, τον σεβασμό και τη διαφορετικότητα ως χαρακτηριστικά της συνεργασίας (Α1, Α2, Β1, Β2, ΓΙ, Γ2, Δ1, Δ2). Τα αποτελέσματα της συνεργασίας από την δευτερογενή έρευνα δίνουν την παραγωγικότητα (Putti, 2015), το κέρδος (Vernimmen et al, 2018), τη καλή φήμη (Torrington et al., 2017) και τη διαμόρφωση της αποτελεσματικής στρατηγικής (Fox, 2018). Ενώ βάση της πρωτογενής έρευνας, επιφέρουν στην πολυεθνική επιχείρηση παροχής δικηγορικών υπηρεσιών συγκεκριμένα αποτελέσματα εκτός του κέρδους. Αυτά είναι η παραγωγικότητα, η καλή φήμη, η διαμόρφωση αποτελεσματικής στρατηγικής, η ευημερία, η ισορροπία, η αποτελεσματικότητα, η δικλείδα ασφαλείας (στις εργασίες), η ταχύτητα, η κατανόηση και η εργασιακή ικανοποίηση (Α1, Α2, Β1, Β2, ΓΙ, Γ2, Δ1, Δ2). Τέλος προτείνετε στην επιχείρηση να ενισχύσει τα ηλεκτρονικά της συστήματα έτσι ώστε να υποστηρίζουν βελτιωμένα ηλεκτρονικά προγράμματα και συστήνονται μελλοντικές προτάσεις προς έρευνα. | en_UK |